Σύμφωνα με τις δηλώσεις των κυβερνητικών στελεχών, πρόθεση της κυβέρνησης είναι να δημιουργήσει τον Εθνικό Οργανισμό Κτηματολογίου και Ελέγχου Δόμησης, ενσωματώνοντας όλες τις Πολεοδομίες στο Κτηματολόγιο από το 2027, με στόχο δήθεν την ταχύτερη έκδοση των αδειών, τη διαφάνεια, τις ψηφιακές υπηρεσίες και τους ελέγχους ακριβείας μέσω Τεχνητής Νοημοσύνης.
Η κυβέρνηση επιχειρεί, στο όνομα της «τάξης» και της «ψηφιακής επιτάχυνσης», να αποσπάσει από τους δήμους ένα από τα σημαντικότερα εργαλεία άσκησης τοπικής πολιτικής: τις πολεοδομίες. Με τη δημιουργία του «Εθνικού Οργανισμού Κτηματολογίου και Ελέγχου Δόμησης» και τη μαζική μεταφορά των Υπηρεσιών Δόμησης στο Κτηματολόγιο, προωθεί τη μεγαλύτερη συγκέντρωση εξουσιών που έχει επιχειρηθεί στον χωρικό σχεδιασμό εδώ και δεκαετίες, αποδυναμώνοντας ευθέως την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο πως το σύστημα που έχει διαμορφωθεί σήμερα στην πλειοψηφία των Υπηρεσιών Δόμησης (πολεοδομίες) είναι διάτρητο και διευκολύνει τις σχέσεις διαπλοκής μεταξύ υπαλλήλων και ιδιωτών μηχανικών αλλά και πολιτών ή επιχειρηματιών. Την ίδια στιγμή δυσχεραίνει το έργο των υπαλλήλων με αρχές, που σεβόμενοι τους νόμους προσπαθούν να κάνουν τη δουλειά τους με αντικειμενικότητα και τιμιότητα.
Αντί λοιπόν η κυβέρνηση να αντιμετωπίσει τις πραγματικές παθογένειες δηλαδή την υποστελέχωση, την πολυνομία, το θολό πλαίσιο και τις δομημένες σχέσεις διαπλοκής, επιλέγει να μεταφέρει το πρόβλημα και όχι να το λύσει.
Παραδίδει σε έναν ήδη υποστελεχωμένο και επιβαρυμένο μηχανισμό, όπως το Κτηματολόγιο, έναν κρίσιμο τομέα που απαιτεί γνώση του τόπου, εγγύτητα στον πολίτη και άμεση λογοδοσία, μετατρέποντας ένα ζήτημα δημοκρατίας σε τεχνοκρατικό πείραμα εξ αποστάσεως.
Όταν μόλις το 56% των δήμων της χώρας διαθέτει πολεοδομία και το 35% των υφιστάμενων Υπηρεσιών Δόμησης λειτουργεί με ένα ή το πολύ δύο μηχανικούς, όταν ορισμένες Υ.ΔΟΜ. εξυπηρετούν πολλαπλούς όμορους δήμους, φτάνοντας σε κάποιες περιπτώσεις να καλύπτουν έως και 8-9 δήμους, είναι φανερή μια πραγματικότητα που έχει ήδη δημιουργήσει εκρηκτικές καθυστερήσεις, διοικητική ανασφάλεια και πρόσφορο έδαφος για πιέσεις, αυθαιρεσίες και παράνομες πρακτικές.
Η δραματική αυτή υποστελέχωση, αλλά και η πολιτική του Υπουργείου Περιβάλλοντος που παρά τις αποφάσεις του Σ.τ.Ε., π.χ. για το νέο οικοδομικό κανονισμό και την εκτός σχεδίου δόμηση, συντηρεί συνειδητά ένα χαοτικό πλαίσιο που ευνοεί αδιαφάνεια και συναλλαγή, αντί να το εξορθολογίσει με σαφείς, ενιαίους κανόνες.
Η κυβέρνηση επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα «ποιος υπογράφει ;» και αποφεύγει επιμελώς τα κρίσιμα ερωτήματα : «με ποιους ανθρώπους, με ποια εργαλεία, με ποιες δικλείδες διαφάνειας;».
Την ίδια στιγμή, το ίδιο το Κτηματολόγιο καταγράφει σημαντικές καθυστερήσεις και έλλειψη προσωπικού, γεγονός που καθιστά την κυβερνητική επιλογή όχι μόνο πολιτικά προβληματική, αλλά και τεχνικά ατελέσφορη και επικίνδυνη για τα δικαιώματα των πολιτών.
Αντί να εξαλείψει τη διαφθορά, κινδυνεύει απλώς να τη μεταφέρει διεύθυνση, διατηρώντας ανέπαφες τις αιτίες που τη γεννούν.
Άλλωστε, στελέχη της κυβέρνησης έχουν κατά καιρούς δημοσίως παραδεχτεί ότι στόχος τους είναι η εκχώρηση του ελέγχου των πολεοδομικών αδειών σε ιδιωτικές εταιρείες. Η ιδιωτικοποίηση του πολεοδομικού ελέγχου έρχεται σε σύγκρουση με το άρθρο 24 του Συντάγματος με το οποίο ο έλεγχος του χωρικού σχεδιασμού είναι αποκλειστική ευθύνη του κράτους.
Δεν είναι τυχαία η σφοδρή αντίδραση της Αυτοδιοίκησης !
Η ΚΕΔΕ έχει ήδη θέσει «κόκκινη γραμμή» και προσφεύγει στο Σ.τ.Ε., καταγγέλλοντας την αυταρχική αφαίρεση κρίσιμων αρμοδιοτήτων και μια ξεκάθαρη πολιτική τιμωρία των δήμων που αντιστάθηκαν στις πολιτικές τσιμεντοποίησης των προηγούμενων ετών.
Δήμαρχοι, μηχανικοί και τεχνικοί φορείς σε όλη τη χώρα προειδοποιούν ότι η μεταρρύθμιση όχι μόνο δεν λύνει τα υπαρκτά προβλήματα, αλλά απειλεί να πολλαπλασιάσει τις καθυστερήσεις, να αποξενώσει τον πολίτη από τον χωρικό σχεδιασμό του τόπου του και να υπονομεύσει την ίδια την έννοια της τοπικής δημοκρατίας
Για τη «Νέα Αριστερά», η απάντηση στις παθογένειες των πολεοδομιών δεν είναι η ενσωμάτωσή τους σε έναν υδροκέφαλο, απομακρυσμένο οργανισμό, αλλά μια βαθιά, δημοκρατική αναδιοργάνωση: επαρκής στελέχωση μέσω ΑΣΕΠ και όχι ρουσφέτια, καθαρό και σταθερό θεσμικό πλαίσιο, ηλεκτρονική ιχνηλασιμότητα κάθε πράξης, ουσιαστικός πειθαρχικός και ποινικός έλεγχος όπου διαπιστώνονται παραβάσεις, διαρκής επιμόρφωση και πραγματική διαφάνεια.
Η εγγύτητα, η γνώση του τόπου, η άμεση λογοδοσία και η δυνατότητα συμμετοχής των πολιτών στον σχεδιασμό του χώρου τους δεν υπηρετούνται από έναν συγκεντρωτικό οργανισμό που λειτουργεί μακριά από την κοινωνία. Υπηρετούνται από ισχυρές, διαφανείς, επαρκώς στελεχωμένες τοπικές πολεοδομίες, που λογοδοτούν στις τοπικές κοινωνίες και όχι σε ανώνυμα διοικητικά συμβούλια.
Γι’ αυτό η «Νέα Αριστερά» στέκεται απέναντι στην κυβερνητική επιλογή για τη μεταφορά των πολεοδομιών στο Κτηματολόγιο και την προοπτική ιδιωτικοποίησης τους και διεκδικεί μια πραγματική, δημοκρατική μεταρρύθμιση και όχι ακόμα ένα συγκεντρωτικό πείραμα πάνω στις πόλεις και τη ζωή των ανθρώπων.
Η εγγύτητα η αποτελεσματικότητα και το δημόσιο συμφέρον υπηρετείται από τις τοπικές πολεοδομίες και όχι από συγκεντρωτικούς Οργανισμούς
Δελτίο τύπου










